Ο Τραμπ, χωρίς περιττές πολύμηνες διμερείς διαπραγματεύσεις, εντάσσει την Ελλάδα στα ευρύτερα σχέδια προώθησης της αμερικανικής διεθνούς ενεργειακής πολιτικής στην περιοχή της Αν. Μεσογείου
Μέχρι προσφάτως η Ελλάδα ήταν «χρήσιμη και απαραίτητη» για τις ΗΠΑ λόγω της μακρόχρονης Αμυντικής Συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ και την παροχή αμυντικών διευκολύνσεων στο ελληνικό έδαφος, ήτοι των αμερικανικών βάσεων, κυρίως της Σούδας και της πρόσκαιρης διευκόλυνσης στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, που λήγει το 2026.
- Της Κύρας Αδάμ
Σήμερα, το 2025, η μορφή των αμερικανικών διευκολύνσεων στο ελληνικό έδαφος αλλάζει, καθώς στις στρατιωτικές βάσεις προστίθενται οι εγκαταστάσεις μεταφοράς αμερικανικού φυσικού αερίου προς τα Βαλκάνια, την κεντροανατολική Ευρώπη μέχρι την Ουκρανία. Με άλλα λόγια, η ελληνική πρόσδεση στο «αμερικανικό άρμα» περνά από τις βάσεις στο LNG (σ.σ.: χωρίς να υποτιμάται η σημασία τω αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα).
Και στις δύο περιόδους των διμερών ελληνοαμερικανικών σχέσεων (με τη μακρά περίοδο του Ψυχρού Πολέμου), όταν η έμφαση ήταν στις αμερικανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις και τώρα από το 2025 κι εντεύθεν με το αμερικανικό ενδιαφέρον σε μακρόχρονες δεσμευτικές συμφωνίες για την προώθηση του αμερικανικού φυσικού αερίου, με νότια ευρωπαϊκή πύλη την Ελλάδα, ο στόχος παραμένει ο ίδιος, δηλαδή η συγκράτηση και η αποτροπή επέκτασης των συμφερόντων της Ρωσίας σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αυτή τη φορά ο στόχος της ρωσικής αποτροπής και της συρρίκνωσης των ρωσικών συμφερόντων σε ελληνικό και ευρωπαϊκό έδαφος έχει τη μορφή του Ψυχρού Ενεργειακού Πολέμου, στον οποίο η Ελλάδα καλείται και δεσμεύεται να παίξει ουσιαστικό ρόλο.
Η κυβέρνηση Τραμπ, χωρίς περιττές πολύμηνες διμερείς διαπραγματεύσεις και χωρίς «ειδική σχέση» ή προτίμηση προς τον Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη (όπως έχει κάνει με τον Ερντογάν), ανακοινώνει και κυρίως εντάσσει την Ελλάδα στα ευρύτερα αμερικανικά σχέδια προώθησης της αμερικανικής διεθνούς ενεργειακής πολιτικής στον ελληνικό χώρο και ιδιαίτερα στην περιοχή της Αν. Μεσογείου. Η επιλογή των εγκαταστάσεων στη Ρεβυθούσα και κυρίως των εγκαταστάσεων στην Αλεξανδρούπολη για τη μεταφορά του αμερικανικού LNG προς τα βόρεια, μέχρι την Ουκρανία, παρουσιάζει καταρχάς σημαντικά οφέλη για την Ελλάδα, τα οποία αναμένεται αποτυπωθούν στη σχετική διακρατική συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ για τη μεταφορά του αμερικανικού LNG. Το Ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να εισπράττει διόλου ευκαταφρόνητα ποσά από τη χρησιμοποίηση των εγκαταστάσεων της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης για τη μεταφορά του αμερικανικού LNG από το ελληνικό έδαφος προς τον ευρωπαϊκό Βορρά.
Πέρα από τα οικονομικά οφέλη, αυξάνεται αυτομάτως και ο βαθμός ασφάλειας ολόκληρης της περιοχής του Εβρου από τυχόν επιθετικές προθέσεις τρίτου κακόβουλου παράγοντα εναντίον της Ελλάδας. Και τούτο διότι, με βάση τους αμερικανικούς νόμους, οι ΗΠΑ προστατεύουν αυτομάτως τα συμφέροντά τους στην περιοχή και, ως εκ τούτου, προσφέρουν ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή όπου δρουν τα συμφέροντά τους.
Αυτό αποτελεί βαρύ αποτρεπτικό παράγοντα για την ασφάλεια ολόκληρης της περιοχής του Εβρου και όχι μόνο. Επιπροσθέτως η αμερικανική επιλογή των εγκαταστάσεων της Αλεξανδρούπολης για τη μεταφορά του κύριου όγκου του αμερικανικού LNG προς Βορρά επιφέρει ένα σοβαρό πλήγμα στην Αγκυρα, η οποία μέχρι τώρα είχε το αποκλειστικό πλεονέκτημα μεταφοράς μέσω των Στενών των Δαρδανελίων, και προσπαθούσε να επιβάλει περιορισμούς στη διέλευση των Στενών από τρίτους, κατά τα γούστα της.
Σε ό,τι αφορά την περιοχή της Αν. Μεσογείου, η αμερικανική κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να επιβάλει την παρουσία της στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της και στην ασφάλεια της περιοχής. Ετσι, με την αμερικανική σφραγίδα επιβεβαιώνεται η συνεργασία 3+1 (Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ και ΗΠΑ). Στην κοινή δήλωση των τεσσάρων υπουργών Ενέργειας, όπως την εξέδωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αναφέρεται ότι οι τέσσερις αρμόδιοι υπουργοί Ενέργειας επιβεβαίωσαν την υποστήριξή τους σε ευρύτερα περιφερειακά έργα διασύνδεσης, τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη, και σε μελλοντικά, στο πλαίσιο του Διαδρόμου Ινδία – Μέση Ανατολή – Ευρώπη, στην ανάπτυξη της ενέργειας και στη συνεργασία για την προστασία των ενεργειακών υποδομών.
Η επίσημη αυτή ανακοίνωση έχει ιδιαίτερη σημασία διότι αναφέρεται επιθετικά «στη μείωση της εξάρτησης από κακόβουλους παράγοντες και την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ χωρών που μοιράζονται κοινές αξίες και στόχους. Οι υπουργοί καταδίκασαν τις ρωσικές προσπάθειες παράκαμψης των κυρώσεων στο πετρέλαιο και χρηματοδότησης του πολέμου στην Ουκρανία».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δηλαδή, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την Τουρκία -χωρίς να την κατονομάσει- «κακόβουλο παράγοντα» και τούτο διότι η Αγκυρα, και παρά την επιτακτική απαίτηση Τραμπ στον Ερντογάν, αρνείται, για την ώρα, να σταματήσει την αγορά ρωσικού φυσικού αερίου. Η Τουρκία βεβαίως δεν προσκλήθηκε στη συνάντηση των 3+1, ούτε είχε καμιά ανάμειξη, αλλά ούτε και εξέφρασε καμιά αντίδραση, προσώρας…






